Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2016

Ο θαυμάσιος θείος Θωμάς



Θυμήθηκα χθες, κοιτώντας ένα παλιό φωτογραφικό άλμπουμ, τον θείο μου τον Θωμά. Πάντα τον θαύμαζα και όποτε έρχεται στο μυαλό μου ο θείος μου, τον σκέφτομαι σαν ένα θεόρατο θαυμαστικό με καστανοκόκκινα μαλλιά, μουστάκι και καφέ καπέλο. Ακούγεται θεότρελο, ε; Θεότρελος όμως ήταν και ο θείος μου ο Θωμάς!


Έμενε μόνιμα στη Θάσο και μαζί του περνούσα όλες τις καλοκαιρινές μου διακοπές από τότε που ήμουν πολύ μικρούλα μέχρι και που τέλειωσα το σχολείο. Δε θυμάμαι να έχω πάει πουθενά αλλού για διακοπές. Και ούτε ήθελα, να πω την αλήθεια. Δεν άλλαζα τη Θάσο και το θείο Θωμά με τίποτα στον κόσμο!

Ήταν ένας αθεράπευτος θαλασσόλυκος! Πού τον έχανες πού τον έβρισκες… στη θάλασσα! Τα ρούχα του, τα μαλλιά του, το καπέλο του πάντα μύριζαν αλμύρα. Όταν δεν ήταν στη θάλασσα, ζωγράφιζε στην παραλία υπέροχες θαλασσογραφίες. Ο θείος μου είχε κι ένα θαλασσί βαρκάκι που το έλεγε «Θύελλα» και μ’ αυτό είχαμε κάνει τις μεγαλύτερες και τις ωραιότερες βαρκάδες! 




Βγαίναμε νύχτα για ψάρεμα, όταν ο ουρανός ήταν γεμάτος αστέρια. Ο θείος έπαιζε κιθάρα κι εγώ τραγουδούσα, φάλτσα τις περισσότερες φορές. «Πάψε, Κακοφωνίξ! Μου τρομάζεις τα ψάρια!», μου έλεγε γελώντας κι εγώ, δήθεν θιγμένη, του κρατούσα μούτρα. Τότε εκείνος, για να μου περάσει ο θυμός, μου ζητούσε θεαματικά συγγνώμη. Με δυσκολία κρατιόμουν να μη βάλω τα γέλια! Άφηνε την κιθάρα του, έβγαζε το καπέλο του, έκανε μια γελοία θεατρική υπόκλιση και έπεφτε στα γόνατα φωνάζοντας δυνατά να τον συγχωρέσω. 



Κι εγώ έμενα για λίγο ακίνητη στη θέση μου και τον άφηνα να με θερμοπαρακαλά: «Συγχώρα με, θησαυρέ μου! Συμπάθα με, καλέ μου άγγελε! Έσφαλα, μα δε θα το ξανακάνω! Να, γίνομαι εδώ, στη μέση της θάλασσας, θυσία στα πόδια σου…» και μόνο όταν έπεφτε ανάσκελα στα πόδια μου κλαψουρίζοντας: «Άκαρδη! Πέφτω του θανατά μα εσύ δε συγκινείσαι!», εγώ ξεκαρδιζόμουν στα γέλια και φώναζα θριαμβευτικά: «Είσαι θλιβερός ηθοποιός! Είσαι θεότρελος, αλλά σ’ αγαπώ τόσο πολύ!».


Με τον θείο Θωμά δεν πηγαίναμε μόνο για ψάρεμα. Κάθε χρόνο μού είχε και μια διαφορετική έκπληξη. Έβαζε στις διακοπές μας ένα θέμα, σαν τίτλο! Έτσι, το ένα καλοκαίρι ήταν «πειρατικό», το άλλο «πριγκιπικό», το άλλο βγαλμένο από το «βασίλειο των ζώων». Ο θείος μάς μάζευε όλα τα παιδιά της γειτονιάς και όλοι μαζί κάναμε δραστηριότητες για το θέμα του καλοκαιριού. Λέγαμε αυτοσχέδια παραμύθια, ζωγραφίζαμε εικόνες, τραγουδούσαμε ένα σωρό τραγούδια, αλλά το καλύτερο ήταν ότι ο θείος Θωμάς δημιουργούσε έναν μικρό θίασο με όλους εμάς, τους μικρούς του φίλους. Όλες μας τις δραστηριότητες, μια βδομάδα πριν τη λήξη των διακοπών μας, τις παρουσιάζαμε στους γονείς, τους συγγενείς μας και τους κατοίκους της περιοχής.

Κάθε χρόνο ανεβάζαμε, με μεγάλο κέφι, μια θεατρική παράσταση. Υπήρχε ένα μικρό θεατράκι κοντά στην παραλία και ήταν η χαρά όλων των πιτσιρικιών να ανακοινωθεί το έργο και να αναλάβουμε δράση. Ο θείος μοίραζε τους ρόλους, εμείς τους μαθαίναμε σε χρόνο ρεκόρ και ριχνόμασταν με τις ώρες στις πρόβες. Κάθε καλοκαίρι και κάτι διαφορετικό. Το τελευταίο, θυμάμαι, είχε θέμα «το Θέατρο Σκιών» και είχαμε καταπιαστεί με τη δημιουργία φιγούρων για το έργο που γράψαμε ομαδικά με τίτλο: «Ένα θαυμάσιο θηρίο». Είχαμε καλέσει και έναν υπέροχο καραγκιοζοπαίχτη που μάγεψε τους θεατές με την παράσταση που έδωσε! 
 Όταν το καλοκαίρι τέλειωνε και εγώ αναγκαζόμουν να αποχαιρετίσω τον θείο, ερχόταν το φθινόπωρο στα μάτια μου. «Γιατί… θολώνουν τα ματάκια σου, θηριάκι μου;», με ρωτούσε λες και δεν είχε περάσει το ίδιο συννεφάκι και από τα δικά του μάτια λίγο νωρίτερα. «Θάρρος και καλή επιστροφή στα θρανία! Εγώ θα είμαι εδώ, σαν καλός… θηριοδαμαστής και θα περιμένω, παρέα με τη «Θύελλα», να ξανάρθεις το επόμενο καλοκαίρι. Και να θυμάσαι: αγαπάμε τη θάλασσα, αλλά όχι τα… θαλασσώματα!». Πάντα έτσι με ξεπροβόδιζε ο θείος Θωμάς. Κι εγώ τον έβλεπα μέσα από το καραβάκι που θα με πήγαινε πίσω στο Φθινόπωρο να στρογγυλεύει και να ψηλώνει και να γίνεται ολόκληρος ένα καστανοκόκκινο θαυμαστικό.




Δεν υπάρχουν σχόλια: