Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017

Μελίνα, η μέλισσα



Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μέλισσα που την έλεγαν Μελίνα. Η Μελίνα είχε γεννηθεί σε μια εξαιρετική τοποθεσία του νομού Μαγνησίας, κοντά στον Βόλο, που είχε πολλά υπέροχα φυτά: καταπράσινα δέντρα, μεθυστικά λουλούδια και φουντωτούς θάμνους. 


Όλη μέρα δούλευε μανιωδώς τρέχοντας από ανθάκι σε ανθάκι για να μαζέψει γύρη και να φτιάξει νόστιμο και λαχταριστό μέλι για το αφεντικό της, τον Μανόλη. Η Μελίνα δεν ήταν η μόνη εργατική μελισσούλα της περιοχής. Όλες οι μέλισσες που έμεναν στη δική της αλλά και στις διπλανές κυψέλες δούλευαν όλη μέρα ασταμάτητα για να παράξουν μέλι και να κάνουν τον Μανόλη υπερήφανο για εκείνες.


 
 Όμως η Μελίνα είχε άλλα όνειρα για τη ζωή της. Το τελευταίο διάστημα δούλευε διαρκώς με κατεβασμένη προβοσκίδα. Ούτε που τραγουδούσε πια. Ούτε που καλημέριζε τις φιλενάδες της και δεν έβγαζε μιλιά όση ώρα πετούσε πάνω από τα λουλούδια. 


Μια μέρα, μια άλλη εργάτρια, η Ματούλα, την πλησίασε και τη ρώτησε τι της συνέβαινε κι ήταν τόσο στενοχωρημένη. Η Μελίνα, με βαθύ αναστεναγμό, της εξήγησε πως όνειρό της ήταν να γίνει μαέστρος στο Μέγαρο Μουσικής Κληματαριάς και πως δεν ήθελε μια ζωή να δουλεύει τόσο σκληρά για να κερδίζουν οι άνθρωποι. 


Όσο κι αν αγαπούσε τον Μανόλη, που τις φρόντιζε και τις περιποιόταν με μεγάλη φροντίδα, εκείνη ήθελε να κάνει καριέρα στη Μουσική. 


«Θέλω να γίνω σαν κι εκείνο το τζιτζίκι!», είπε στη Ματούλα δείχνοντας τον Μενέλαο, το τζιτζίκι με την καταπληκτική φωνή και μάταια προσπαθούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Η Ματούλα, που είχε καρδιά μάλαμα, αφού σκέφτηκε λιγάκι, βρήκε τη λύση.
-Μόλις μου ήρθε μια μεγαλοφυής ιδέα! Λύση στο πρόβλημά σου μπορεί να δώσει ο σπουδαίος μάγος Μέρλιν! Είσαι πολύ τυχερή γιατί αυτές τις μέρες ο μάγος βρίσκεται στην περιοχή μας!

-Το ξέρω, Ματούλα. Προχθές είχα πετάξει ως τον κήπο του δασκάλου του μαντολίνου, του κυρίου Μίλτου, και είδα τον μάγο από το ανοιχτό παράθυρο να παίζει ένα γρήγορο κομμάτι. Κι όσο άκουγα το μαντολίνο να γεμίζει τον αέρα μελωδίες, τόσο πιο κοντά πήγαινα. Άφησα γύρη και ανθάκια και πέταξα κατά το σπίτι μεθυσμένη από τη μουσική. Δεν κατάλαβα καλά καλά πώς έγινε και ο κύριος Μίλτος άρχισε να φωνάζει: «Κύριε Μέρλιν! Κύριε Μέρλιν! Προσέξτε! Μια μέλισσα στο μάγουλό σας!» και αμέσως μετά βρέθηκα να πετώ λαχανιασμένη πίσω, αποφεύγοντας τη… σφαλιάρα του μάγου. Λίγο έλειψε να με ξαπλώσει κάτω! Η τρομάρα μου δε λέγεται! Και τώρα εσύ μου λες πως ο μάγος θα μπορούσε να με βοηθήσει; Με ποιον τρόπο;
-Σκέψου λιγάκι, μικρό, ανόητο μαμουνάκι μου!, απάντησε η Ματούλα πονηρά. Μάγος ο Μέρλιν… Εσύ θες να γίνεις τζιτζίκι… ε… χρειάζεται πολύ μυαλό;
-Ααα!, έκανε η Μελίνα. Λες;
-Εμ…
-Τώρα κιόλας φεύγω για το σπίτι του μάγου.
Το ‘πε και το ‘κανε η Μελίνα. Φουριόζα πέταξε ως την άκρη του δάσους, βρήκε ένα παράθυρο μισάνοιχτο και τρύπωσε, χωρίς δεύτερη σκέψη, μέσα στην κουζίνα του μάγου. 


Εκείνη τη στιγμή ο Μέρλιν πάνω από το μαγκάλι είχε στήσει ένα μεγάλο καζάνι και μαγείρευε. Με μια μακριά κουτάλα ανακάτευε τη μυρωδάτη μαγειρίτσα και μουρμούριζε ένα τραγούδι της πατρίδας του, της Μάλτας. Η Μελίνα πλησίασε και ξερόβηξε, αλλά ο μάγος ούτε που πήρε χαμπάρι την παρουσία της. Έτσι, κι εκείνη αποφάσισε να πετάξει μπροστά στη μύτη του και να του πει τον λόγο της επίσκεψής της.
-Καλησπέρα, μεγάλε μάγε!, είπε με θάρρος.
-Ο! Καλώς τη μελισσούλα! Πώς από ‘δώ;, είπε ο Μέρλιν ατάραχος που μια μέλισσα κόντευε να χωθεί στα ρουθούνια του.

-Μεγαλειότατε, πήρα το θάρρος να ‘ρθω να σας ζητήσω μια χάρη. Όλη μου τη ζωή δουλεύω ασταμάτητα για τους ανθρώπους. Έχω φτιάξει εκατοντάδες κιλά μελιού, μα κουράστηκα πια. Άλλα όνειρα είχα εγώ για τη ζωή μου. Εγώ ήθελα να γίνω μαέστρος και να εργάζομαι στο Μέγαρο Μουσικής Κληματαριάς. Δεν μπορώ άλλο να μένω κολλημένη σε ανθάκια, κυψέλες και αφεντικά. Σοφολογιότατε μάγε μου, σας ζητώ με όλη μου τη δύναμη να με κάνετε… τζιτζίκι! Μόνο τότε θα βρω νόημα στη ζωή μου. Μόνο τότε θα μπορώ να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα και θα ‘μαι ευτυχισμένη.
Ο μάγος έβγαλε το μυτερό του καπέλο, έξυσε το κεφάλι του, φύσηξε τη μύτη του σ’ ένα μουσταρδί μαντίλι και τίναξε τον τριμμένο μανδύα του. Έπειτα, ξερόβηξε και είπε: «Αφού έχεις τόσο μεγάλο καημό να γίνεις μαέστρος, και επειδή μ’ αρέσει πολύ η μουσική, θα εκπληρώσω την επιθυμία σου.». Έπειτα έπιασε ένα μικροσκοπικό ραβδάκι, το κούνησε με μανία πάνω από το κεφάλι της Μελίνας και μουρμούρισε κάτι μαγικά ξόρκια.
Όμως, ο Μέρλιν ήταν αρκετά μεγάλος σε ηλικία πια και είχε ήδη αρχίσει να ξεχνάει λιγάκι. Έτσι, μπέρδεψε το ξόρκι και η μελισσούλα, αντί να μεταμορφωθεί σε τζιτζίκι που τόσο ήθελε, βρέθηκε να ‘χει στο σώμα της μεγάλες μοβ βούλες, αντί για μαυροκίτρινες ρίγες! 


Κοιτάχτηκε, ξανακοιτάχτηκε, δεν ήξερε τι να κάνει. Ο μάγος είδε πως το ξόρκι του δεν ήταν το σωστό και βάλθηκε να το διορθώσει. Έκανε τρεις ανάποδους κύκλους με το ραβδάκι του πάνω από το κεφάλι της Μελίνας και… τσουπ! Το ένα «σ» της μελισσούλας εξαφανίστηκε! Η Μελίνα ένιωσε να γέρνει τόσο που κόντεψε να πέσει στο πάτωμα. Προσπάθησε να πετάξει, όμως μάταιος κόπος! Μαζί με το «σ» είχε εξαφανιστεί και το ένα της φτερό! Ο Μέρλιν βιάστηκε να διορθώσει κι αυτή του την γκάφα. Έστριψε το μαγικό του ραβδάκι αριστερά και... αμάν! Η Μελίνα βρέθηκε με μια ουρά μαϊμούς αντί για κεντρί! «Όχι, όχι, μάγε μου! Ούτε αυτό!», του φώναξε αγανακτισμένη. Ο μάγος άφησε το ραβδάκι και αποφάσισε να μουρμουρίσει ένα διαφορετικό ξόρκι. Μέχρι να πεις «μυρμήγκι» τα διάφανα φτεράκια της Μελίνας εξαφανίστηκαν και στη θέση τους φύτρωσαν δυο μελιτζανιά μάλλινα φτερά, σαν αυτά που φτιάχνουν οι μαμάδες στα παιδιά τους για να μοιάζουν με αγγελάκια τις Απόκριες. «Ο! Συμφορά μου!» φώναξε η Μελίνα και έμπηξε τα κλάματα.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, εμφανίστηκε στην κουζίνα του μάγου η Μεγάλη του Γιαγιά, η Μίνα. Κοίταξε τον εγγονό της με αυστηρότητα, ίσιωσε τα γυαλάκια της στη γαμψή της μύτη, έβαλε τα χέρια στη μέση απειλητικά και άρχισε να μαλώνει μια τον Μέρλιν και μια τη Μελίνα. «Τι καμώματα είναι αυτά, εγγονέ; Αυτά σου ‘μαθα εγώ τόσα χρόνια τώρα; Έτσι σκορπάς τη μαγική σου δύναμη; Ντροπή!» Κι έπειτα γυρίζοντας στη Μελίνα: «Τι σ’ έπιασε εσένα, κυρία μου, να θες να γίνεις κάτι άλλο από αυτό που είσαι; Δε χρειάζεται να είσαι τζιτζίκι για να διευθύνεις μια ορχήστρα! Μπορείς να γίνεις μια καταπληκτική ΜΕΛΙΣΣΑ μαέστρος! Δεν καταλαβαίνω τον λόγο της τρελής σου επιθυμίας να… μεταμορφωθείς!».
Ο μάγος είχε ήδη αντιληφθεί το σφάλμα του και είχε κατεβάσει το κεφάλι μπροστά στη Μεγάλη Γιαγιά, σαν μικρό παιδάκι που έκανε σκανταλιά και το ‘πιασαν στα πράσα. Όσο για τη Μελίνα, είχε μείνει να φτεροκοπάει σαστισμένη με τη μαϊμουδίσια ουρά της και τα μελιτζανιά μάλλινα φτερά της και δεν ήξερε τι να κάνει. Καταλάβαινε για πρώτη φορά πως η Μεγάλη Γιαγιά είχε δίκιο. Θα μπορούσε να γίνει μια μέλισσα μαέστρος! Μα πώς δεν το ‘χε σκεφτεί τόσον καιρό; Για κάμποση ώρα άκουγε την κατσάδα της Γιαγιάς αμίλητη. Όταν το… κήρυγμα τέλειωσε, η Γιαγιά Μίνα είπε τα σωστά λόγια και όλα τα προηγούμενα ξόρκια λύθηκαν με μιας. Η Μελίνα ευχαρίστησε τη μάγισσα για το καλό που της έκανε και πέταξε βιαστικά για το Μέγαρο Μουσικής Κληματαριάς. 
Σε τρεις μήνες από εκείνη τη μέρα η μαέστρος Μελίνα, η μέλισσα έδωσε την πρώτη της συναυλία. Στην πρώτη σειρά των θεατών καθόταν ο μάγος Μέρλιν και η Μεγάλη Γιαγιά Μίνα που χειροκροτούσαν ευχαριστημένοι. Δίπλα τους ο Μανόλης χειροκροτούσε την πρώην εργάτριά του με θαυμασμό και πραγματική συγκίνηση. Κι η Μελίνα έλαμπε από χαρά και χάριζε γλυκά χαμόγελα στο κοινό που την επευφημούσε.


Δεν υπάρχουν σχόλια: